Πρόταση Οινιαδών Ανάπτυξις για: «Δημιουργία πλαισίου για την υποβοήθηση της προστασίας της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, της αστικής ανάπλασης και της αποκατάστασης του ιστορικού τμήματος της Κατοχής Οινιαδών»
Ο οργανισμός μας έχει αποστείλει στο Τεχνικό Επιμελητήριο Αιτωλοακαρνανίας επιστολή με θέμα:
«Δημιουργία πλαισίου για την υποβοήθηση της προστασίας της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, της αστικής ανάπλασης και της αποκατάστασης του ιστορικού τμήματος της Κατοχής Οινιαδών»
Στην επιστολή γίνεται εκτενής αναφορά στο ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα της οικιστικής αλλοίωσης που έχει υποστεί το κέντρο της ιστορικής κωμόπολης της Κατοχής Οινιαδών.
Η Κατοχή τοποθετημένη γεωγραφικά στην ακαρνανική όχθη του νότιου ρού του ποταμού Αχελώου κατοικείται αδιαλείπτως από την αρχαία εποχή μέχρι και σήμερα.
Για πολλούς αιώνες μέχρι και το πρόσφατο παρελθόν η Κατοχή διέθετε ιδιαίτερη οικιστική οργάνωση με κυριότερο χαρακτηριστικό την οικιστική ανάπτυξη του κεντρικού λόφου όπου αναπτύχθηκε ιστορικά το χωρίο με το Καστέλλι και έπειτα η σημερινή κωμόπολη. Το εν λόγω οικιστικό σύνολο χαρακτηρίζεται από πετρόκτιστα άλλοτε μαντρωμένα και οχυρά σπίτια, χτισμένα το ένα κοντά στο άλλο, με διαβαθμίσεις και στενά δρομάκια που μοιάζει πολύ με τον τρόπο δόμησης νησιώτικης χώρας.
Σκοπός αυτού του είδους δόμησης ήταν η προστασία του οικισμού από επιδρομές και ο εγκλωβισμός του εχθρού. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα αλληλεπικαλυπτόμενο πυκνό δίκτυο κτιρίων που βαθμιδωτά εκτείνονται από τα χαμηλότερα επίπεδα έως το ύψος του Πύργου (Κούλια) τον όποιο και περιέβαλλαν. Το χαρακτηριστικό αυτό συνιστά ένα καλό δείγμα της αστικής οχυρωματικής τέχνης και αρχιτεκτονικής φιλοσοφίας των Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών χρόνων όταν και επικρατούσε εκτεταμένη ανασφάλεια.
Αργότερα, εντός του οικιστικού αυτού συγκροτήματος υψώθηκαν πλήθος ακόμη κτιρίων που χρονολογούνται κατά τον 18ο και 19ο αιώνα ενώ πολλά από τα παλαιότερα κτίρια δέχτηκαν αναβαθμίσεις και προσθήκες στην εμφάνιση τους προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες της εποχής.
Ακόμη, εντός της εν λόγω περιοχής βρίσκονται αξιόλογοι παλαιοί ναοί, ο βυζαντινός Πύργος της Θεοδώρας ή της Κυρά Βασιλικής και πολλά κτίρια όπου έζησαν κατά διαστήματα ιστορικά πρόσωπα ή έλαβαν χώρα ιστορικά γεγονότα.
Δυστυχώς τις τελευταίες δεκαετίες εξαιτίας της έντονης και άναρχης οικιστικής ανάπτυξης, τα σπουδαία αυτά κτίρια βρέθηκαν παραδεδομένα στην εγκατάλειψη, στην αλόγιστη τσιμεντοποίηση και στην αυθαιρεσία ελλέιψει νομικού πλαισίου και ελέγχου εκ μέρους της πολιτείας αλλά και έλλειψης αντίληψης της σημασίας τους εκ μέρους των ιδιωτών.
Η συνεχής κατοίκηση είχε ως συνέπεια των εκμοντερνισμό με την επέκταση των κτιρίων και την αλλοίωση της εσωτερικής ή της εξωτερικής όψης πολλών κτιρίων αφαιρώντας σπουδαία στοιχεία παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και πλήττοντας ανεπανόρθωτα ένα τμήμα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Παρόλη την υποβάθμιση του οικιστικού ιστού που συντελέστηκε εξαιτίας αυτής της εξέλιξης, δεκάδες κτίρια συνεχίζουν να στέκουν αγέρωχα με την παλαιά τους μορφή προδίδοντας ακόμη την παλιά αίγλη και ομορφιά της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, με αποτέλεσμα να τίθεται ζήτημα ανομοιογένειας του οικιστικού ιστού και ισχυρής αλλοίωσης του τοπίου με ποικίλες δυσμενείς επιπτώσεις για την καλαισθησία, την πολιτιστική κληρονομιά, την χωροταξία, τις χρήσεις γης, την εμπορική αξία και την προοπτική της περιοχής.
Ο φορέας μας, θέλοντας παράλληλα με την διάσωση των κτιρίων και της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής να προετοιμάσει και τη μετάβαση της περιοχής σε ήπιες μορφές τουριστικής ανάπτυξης επιθυμεί να αναδείξει την ιστορία και το πολιτιστικό στοιχείο του τόπου μας ως μέσο προσέλκυσης επισκεπτών αλλά και ενθάρρυνσης της τοπικής επιχειρηματικότητας.
Στην κατεύθυνση αυτή αιτηθήκαμε την αρωγή του Τεχνικού Επιμελητηρίου Αιτωλοακαρνανίας ως του πλέον αρμόδιου επιστημονικού οργάνου ως προς τα τεχνικά ζητήματα, προκειμένου κατά την διαδικασία της αναθεώρησης και επαναχάραξης του πολεοδομικού σχεδίου στην περιοχή των Οινιαδών να διαμορφωθεί σαφής οδικός χάρτης για τις ενέργειες που χρειάζεται να πραγματοποιηθούν για να χαρακτηριστεί το ιστορικό κέντρο της Κατοχής ως προστατευόμενο πολεοδομικό σύνολο με πολεοδομικό κανονισμό που να ορίζει την εικόνα και τα χαρακτηριστικά που οφείλουν να διαθέτουν τα κτίρια που βρίσκονται εντός της ζώνης με σκοπό την σταδιακή ανάπλαση και αποκατάστασης της περιοχής.
Σύμφωνα άλλωστε και με την Ελληνική Νομοθεσία, η προστασία και ανάδειξη της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς αποτελεί υποχρέωση της Ελληνικής πολιτείας, αφ’ ενός στα πλαίσια της επιταγής του άρθρου 24 (παράγραφος 6) του Συντάγματος και αφ’ ετέρου ως απόρροια διεθνών υποχρεώσεων της χώρας τις οποίες έχει κυρώσει νομοθετικά το Ελληνικό κράτος (όπως πχ η Σύμβαση της Γρανάδας). Στην έννοια της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς περιλαμβάνονται παραδοσιακά κτίρια, οικιστικά σύνολα, παραδοσιακοί οικισμοί, ιστορικά κέντρα πόλεων και γενικότερα τα στοιχεία του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος με ιδιαίτερη ιστορική, πολεοδομική, αρχιτεκτονική, λαογραφική, κοινωνική και αισθητική φυσιογνωμία και αξία.
Ενώ από τον ελληνικό νόμο απορρέει η διαπίστωση ότι η αρχιτεκτονική κληρονομιά αποτελεί μια αναντικατάστατη έκφραση πλούτου της πολιτιστικής κληρονομιάς και ανεκτίμητη μαρτυρία του παρελθόντος μας που έχουμε υποχρέωση να διαφυλάξουμε με κάθε τρόπο.